Οδοιπορικό στη Μέσα Μάνη

Έρχομαι στη Μάνη γύρω στα 20 χρόνια τώρα. Τόπος μου πια, εξ αγχιστείας. Δεν κατάγομαι από ΄δω, ο σύντροφός μου είναι από ΄δω. Από τους Καλλονιούς, ένα μικρό χωριό δίπλα σε ένα άλλο μικρό χωριό, την Κοίτα. Εμείς μένουμε στον πολυφωτογραφημένο Γερολιμένα. Έρωτας με την πρώτη ματιά!
Ας ξεκινήσω όμως από την Αθήνα ή λίγο πιο πέρα. Φεύγουμε κάθε φορά σχεδόν αλαφιασμένοι, γιατί…η Αθήνα και η κίνηση…πήρα τους φορτιστές μαζί;…έκλεισα όλα τα φώτα;…έχουν αρκετό νερό τα λουλούδια;

Μέχρι και την Κόρινθο, είμαι σχεδόν ακόμα στην Αθήνα. Όταν στρίψουμε προς Τρίπολη και περάσουμε τα διόδια στο Σπαθοβούνι και στη Στέρνα, αρχίζει κι αλαφραίνει ξαφνικά η διάθεση! Το θυμάρι που μυρίζει; Η ζέστη που μου καίει τα πόδια αλλά μ’ αρέσει; Από την Τρίπολη και μετά ο δρόμος στενεύει, μέχρι τη Σπάρτη δύσκολα προσπερνάς το αγροτικό που είναι μπροστά και έχει ρυθμούς επαρχίας, αλλά δεν τσαντίζεσαι, κατά έναν περίεργο λόγο…κάνεις χάζι! Η διαδρομή από τη Σπάρτη και μέχρι το Γύθειο είναι πάνω στο βουνό μέσα σε χαμηλή και πυκνή βλάστηση, με αγαπημένο μου χωριό το Αλεποχώρι.

Γύθειο: Αμφιθεατρικά κτισμένο με σπίτια και μπαλκόνια που κρέμονται, απαραίτητη στάση για λαλάγγια (τοπική, παραδοσιακή, άκρως παχυντική και γι αυτό νοστιμότατη λιχουδιά-τηγανιτό ζυμάρι-) και γαλατόπιτα (επίσης τοπική σπεσιαλιτέ).

Γύθειο- Αρεόπολη 25χλμ δρόμος στριφογυριστός μέσα από το βουνό. Πολύ πράσινο, τόσο που δεν σε προετοιμάζει γι’ αυτό που έρχεται μετά. Στάση στον κύριο Στέλιο για μέλι (θα μας δώσει δώρο και κηραλοιφή, γύρη, λόγω γνωριμίας και λόγω κοινής καταγωγής). Σε καναδυό χιλιόμετρα ξέρω ότι θα δω το γυμνό βουνό που από πίσω του είναι η Αρεόπολη. Ταχυκαρδία από την πολλή χαρά! Τέρμα τα ψέματα! Ο,τι είδατε από πράσινο και δέντρα και πράγματα που μπορούν να κρυφτούν, είδατε! Από δω και πέρα, ουδέν κρυπτόν! Όλα φαίνονται κι αποκαλύπτονται στον αδυσώπητο ήλιο!

Ανηλεής, άγριος κι επιθετικός! Δεξιά, πριν μπεις Αρεόπολη, ο δρόμος για το φημισμένο Λιμένι. Ωραία, τυρκουάζ νερά, ταβέρνες και καφέ, ξενοδοχεία, κόσμος, πιτσιρίκια κάνουν βουτιές.

Προσπερνάμε την Αρεόπολη και κατεβαίνουμε. Καλωσορίσατε στον άγριο νότο. Από δω και μπρός κάθε φορά το ίδιο δέος, η ίδια συγκίνηση κι η ίδια άγρια χαρά. Το τοπίο αδειάζει, δεν υπάρχει τίποτε άλλο πέρα από πέτρα, ήλιο, θάλασσα, στάχυα, θάμνους και τζιτζίκια! Οι άνθρωποι είναι σε δεύτερο χρόνο και τόπο εδώ. Προηγείται η φύση που κάνει τα δικά της. Αυτή εξάλλου κανόνισε κι έτσι όλα τα σπίτια εδώ (τα παραδοσιακά τουλάχιστον) είναι πέτρινα. Πλήρης η εναρμόνιση του τοπίου με τον άνθρωπο.

Αυτή είναι η Αποσκερή (Δυτική Μάνη και γι ‘αυτό στον ίσκιο του ήλιου). Από την άλλη μεριά του βουνού η Προσηλιακή Μάνη (Ανατολική), με άλλα φημισμένα, όμορφα χωριά και διαδρομές (Φλομωχώρι, Κότρωνας, Κοκκάλα, Νύμφι). Μπορείτε να πάτε είτε στρίβοντας μετά το Γύθειο προς Σκουτάρι, είτε μετά την Αρεόπολη, είτε πιο νότια μετά τον Γερολιμένα.
Σ’ όλη τη διαδρομή μέχρι τον Γερολιμένα, αριστερά το όρος Σαγγιάς, δεξιά η θάλασσα κι ανάμεσα χωριά με περίεργα ονόματα: Λάκκος, Πύργος Διρού (με τα περίφημα σπήλαια), Μαρματσούκα (το χωριό της φίλης μου της Αναστασίας), Κάτω Γαρδενίτσα, Κουτρέλα, Φθείο, Τσόπακας, Νόμια, Σταυρί, Κούνος. Πριν φτάσουμε στον κόλπο του Γερολιμένα, δεξιά μας, εισβάλλει μέσα στη θάλασσα ένας βράχος σε σχήμα “τηγανιού”, εξ ου και το όνομά του. Είναι ο κόλπος του Μέζαπου.
Πάνω στον Σαγγιά, ακριβώς πάνω στην κορυφή, η Αγία Πελαγία, ένα εκκλησάκι όπου για να το επισκεφτείς πρέπει να πας με κάποιον που ξέρει το μονοπάτι. Πέρσι δυστυχώς κάηκε αλλά ευτυχώς με τη συνδρομή όλων αναστηλώθηκε.

Στρίψτε σε οποιαδήποτε ταμπέλα για να δείτε τα χωριά με τα γκρεμισμένα ή και αναπαλαιωμένα πυργόσπιτα, όπως ενώνονται όλα μεταξύ τους με οδικό δίκτυο. Μη χάσετε αυτή τη βόλτα μέσα σε λιόδεντρα, ασπαλαθρούς, φραγκοσυκιές (τοπικό, “εχθρικό” φρούτο) και νεκροταφεία. Ησυχία νεκρική και καθηλωτική. Νομίζεις ότι είναι άδεια τα χωριά και μερικά όντως είναι, αλλά οι άνθρωποι είναι εκεί και κάνουν τις δουλειές τους.


Και φτάνουμε Γερολιμένα. Ψαροχώρι, κλειστό λιμάνι, με λίγα σπίτια, έναν βράχο που κρέμεται πάνω στη θάλασσα και προστατεύει το φυσικό λιμάνι.
Όταν ερχόμαστε Ιούνιο ή Σεπτέμβριο, το χωριό είναι “δικό μας”. Λίγοι Έλληνες τουρίστες, οι περισσότεροι ψαγμένοι, ξένοι τουρίστες (μα πού το ξέρουν αυτό το μέρος;). Ιούλιο και Αύγουστο…μου κακοφαίνεται. Είναι μικρό το χωριό και στενεύει, σαν να μη χωράμε. Θράσος που το έχω η φιλοξενούμενη! Σαν να είναι δικό μου το μέρος και εγώ πρέπει να κανονίζω πόσοι θα έρχονται και πόσοι θα φεύγουν.Όταν πηγαίνω στην αγαπημένη μου -ιδιωτική-μικροσκοπική παραλία, θέλω να είμαι μόνη μου. Μόνο εγώ χωράω.

Εκεί ξαναβαφτίζομαι άνθρωπος. Τα νερά! Πράσινα, διαφανή κρύσταλλα, βουτάς και σκέφτεσαι “δεν βαριέσαι αν είναι να πεθάνω, ας πεθάνω έτσι”. Απόλυτη ευτυχία! Βέβαια μέχρι να μπεις στο νερό υπάρχουν πέτρες και μεγάλα βότσαλα που σου κάνουν τη ζωή δύσκολη. Η α-φιλοξενία συνεχίζεται. Τίποτα σ’ αυτόν τον τόπο δεν σου δίνεται εύκολα.


Η κορυφογραμμή των σπιτιών πάνω στους βράχους πολυφωτογραφημένη. Δικαίως!
Οι επιλογές για διαμονή και φαγητό πολλές, τόσες όσες αντέχει το μέρος! Ένα καφέ, με εξαιρετικές επιλογές σε καφέδες, χειροποίητα γλυκά και χυμούς και ακόμα πιο εξαιρετικό σέρβις!
2-3 αξιοπρεπή εστιατόρια, ξενοδοχεία-ξενώνες εκ των οποίων και ένα παγκοσμίως βραβευμένο ξενοδοχείο.


Το χωριό δεν είναι κοσμικό, δεν προσφέρεται για μοστράρισμα καινούργιου αυτοκινήτου, καινούργιου ψηλοτάκουνου ή τελευταίας μόδας σινιέ τσαντάκι. Ένα σορτσάκι, ένα μαγιώ και σαγιονάρες ή και ξυπόλυτος, την κάνουν τη δουλειά.
Ένα το παντοπωλείο και είναι πάρα πολύ ενημερωμένο. Έχω ανάγει σε χόμπυ το να πιάσω να του λείπει κάτι, αλλά όλο χάνω!


Ο βράχος απέναντι, επιβλητικός, τρομακτικός, έχει σηματοδοτημένο μονοπάτι και προσφέρεται για εν δυνάμει ερασιτέχνες ορειβάτες. Εύκολη ανάβαση, το έχω κάνει 2-3 φορές, επιβλητική η πανοραμική θέα από εκεί πάνω, διασκεδαστική η αγωνία να δεις τι κρύβεται στην κορυφή. Ανεβαίνεις, φτάνεις…και τίποτα, μια μεγάλη ισιάδα με ξερόχορτα, αγκάθια και πιο πέρα άλλα χωριά, η Οχιά, ο Κούνος.
Τριγύρω από το χωριό, επίσης πολλά πεζοπορικά μονοπάτια. Οι μυημένοι θα τα ευχαριστηθούν, είναι σηματοδοτημένα τα περισσότερα. Ευελπιστώ να τα περπατήσω όταν ξεπεράσω τους φόβους μου για όλα αυτά τα ζωντανά που εμφανίζονται και τα τσακάλια που ακούγονται (αλλά δεν φαίνονται και οι ντόπιοι λένε ότι είναι ακίνδυνα).
Όσο προχωράμε νότια το σκηνικό αγριεύει ακόμα πιο πολύ! Ο πολιτισμός απομακρύνεται ακόμα πιο πολύ, το λέει άλλωστε κι η ταμπέλα “Last Gas Station”! Λίγα τα χωριά από δω και μπρος, τα Άλικα, η Κυπάρισσος και ανηφορίζοντας το βουνό η Βάθεια. Μόνη της κρέμεται στον βράχο, στέκεται σαν σύμβολο μέσα στο χρόνο, αιώνια και ακίνητη. Μετά τη Βάθεια, τίποτα.

Βουνό αριστερά, γκρεμός δεξιά, απέραντο μπλε από κάτω. Σφίγγεσαι πάνω στο κάθισμα, αναπνέεις δύσκολα και δεν μιλάς πολύ. Σε καταπίνει το τοπίο. Πολύ μικροί μπροστά σε όλο αυτό. Και φτάνεις σε δύο σταυροδρόμια. Ο ένας δρόμος σε πάει από την άλλη μεριά του βουνού, με πρώτο χωριό το Πόρτο Κάγιο, ένα ήρεμο λιμάνι με μαγαζιά για φαγητό πάνω στη θάλασσα και ο άλλος δρόμος οδηγεί νότια.


Στο άλλο σταυροδρόμι ο ένας δρόμος οδηγεί στο Μαρμάρι, μια οργανωμένη (η μοναδική στη Μάνη) παραλία με άμμο και συνήθως τεράστια κύματα.


Και ο άλλος δρόμος σε οδηγεί…στον άλλο κόσμο! Στο νοτιότερο σημείο της Ηπειρωτικής Ευρώπης, στο ακρωτήριο Ταίναρο ή Κάβο Ματαπά, όπως το λένε οι ντόπιοι, όπου λέγεται ότι βρισκόταν η πύλη για τον Άδη. Μονοπάτι 45 περίπου λεπτών που ξεκινάει από τον Ναό του Ποσειδώνα σε οδηγεί στον φάρο, στο τέρμα.


Τέλος, έφτασες.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του κειμένου ή μέρους αυτού από άλλο site/blog χωρίς την έγγραφη άδεια του Citygirls.gr

Share and Enjoy !